Την άμεση διαγραφή του ελληνικού χρέους υποστηρίζει το ειδησεογραφικό πρακτορείοΜπλούμπεργκ με κύριο άρθρο του, υπογραμμίζοντας ότι πρέπει να γίνει το «συντομότερο δυνατό», επικαλούμενο την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, μολονότι, όπως επισημαίνεται, οι επενδυτές έχουν σταματήσει να ανησυχούν για ενδεχόμενη έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με το άρθρο, «η Ελλάδα και οι πιστωτές της παλεύουν με το χρέος της χώρας για άλλη μια φορά και πιθανώς όχι την τελευταία. Καθώς, συνεχίζουν να διαπράττουν τα ίδια λάθη, η επόμενη συμφωνία δεν πρόκειται να είναι και η τελευταία».
Στη συνέχεια, σημειώνεται ότι «το 2010 δόθηκε στην Ελλάδα το μεγαλύτερο, στην ιστορία, σχέδιο διάσωσης. Δέχθηκε νέο δανεισμό με αντάλλαγμα τη δημοσιονομική λιτότητα, αλλά τα χρέη της δεν μειώθηκαν. Οι πιστωτές είχαν αποκλείσει την όποια διαγραφή. Οι ειδικοί αναλυτές, ωστόσο, αντέδρασαν θεωρώντας ότι το πρόγραμμα έθετε ένα τεράστιο βάρος στους Έλληνες φορολογουμένους, το οποίο δεν ήταν πολιτικά και οικονομικά βιώσιμο και γι' αυτό το λόγο θα έπρεπε να δεχθούν απώλειες οι πιστωτές. Όπως είχαν δίκιο τότε, έτσι έχουν και τώρα».
Η σύνταξη του Μπλούμπεργκ αναφέρει, επίσης, ότι «έκτοτε, υπήρξαν κάποιες ελαφρύνσεις από τους πιστωτές, όπως η επέκταση της περιόδου ωρίμανσης και η μείωση των επιτοκίων, αλλά δεν άλλαξε το αρχικό σχέδιο. Ως αποτέλεσμα το χρέος της Ελλάδας συνέχισε να αυξάνεται. Σήμερα, βρίσκεται χονδρικά στο 180% του ΑΕΠ, καθιστώντας σαφώς μη βιώσιμο».
Όπως τονίζεται, «νέα προσπάθεια μείωσής του, που συζητείται, σύμφωνα με το πρόσφατο δημοσίευμα του Bloomberg News, περιλαμβάνει την περαιτέρω επέκταση του χρόνου ωρίμανσης των ελληνικών δανείων, από τα 30 στα 50 χρόνια, τη μείωση των επιτοκίων στο 0,5%, όπως και την παροχή νέου δανείου 15 δισ. ευρώ. Όλα αυτά θα επέτρεπαν στην τρόικα να κρατάει την κατάσταση υπό έλεγχο, δηλώνοντας ότι η χώρα θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο στόχο μείωσης του χρέους στο 124% το 2020, και όπως και στις προηγούμενες διαπραγματεύσεις, ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη σωστή τροχιά».
Στη συνέχεια, σημειώνεται ότι «το 2010 δόθηκε στην Ελλάδα το μεγαλύτερο, στην ιστορία, σχέδιο διάσωσης. Δέχθηκε νέο δανεισμό με αντάλλαγμα τη δημοσιονομική λιτότητα, αλλά τα χρέη της δεν μειώθηκαν. Οι πιστωτές είχαν αποκλείσει την όποια διαγραφή. Οι ειδικοί αναλυτές, ωστόσο, αντέδρασαν θεωρώντας ότι το πρόγραμμα έθετε ένα τεράστιο βάρος στους Έλληνες φορολογουμένους, το οποίο δεν ήταν πολιτικά και οικονομικά βιώσιμο και γι' αυτό το λόγο θα έπρεπε να δεχθούν απώλειες οι πιστωτές. Όπως είχαν δίκιο τότε, έτσι έχουν και τώρα».
Η σύνταξη του Μπλούμπεργκ αναφέρει, επίσης, ότι «έκτοτε, υπήρξαν κάποιες ελαφρύνσεις από τους πιστωτές, όπως η επέκταση της περιόδου ωρίμανσης και η μείωση των επιτοκίων, αλλά δεν άλλαξε το αρχικό σχέδιο. Ως αποτέλεσμα το χρέος της Ελλάδας συνέχισε να αυξάνεται. Σήμερα, βρίσκεται χονδρικά στο 180% του ΑΕΠ, καθιστώντας σαφώς μη βιώσιμο».
Όπως τονίζεται, «νέα προσπάθεια μείωσής του, που συζητείται, σύμφωνα με το πρόσφατο δημοσίευμα του Bloomberg News, περιλαμβάνει την περαιτέρω επέκταση του χρόνου ωρίμανσης των ελληνικών δανείων, από τα 30 στα 50 χρόνια, τη μείωση των επιτοκίων στο 0,5%, όπως και την παροχή νέου δανείου 15 δισ. ευρώ. Όλα αυτά θα επέτρεπαν στην τρόικα να κρατάει την κατάσταση υπό έλεγχο, δηλώνοντας ότι η χώρα θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο στόχο μείωσης του χρέους στο 124% το 2020, και όπως και στις προηγούμενες διαπραγματεύσεις, ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη σωστή τροχιά».
Ακολούθως, στο κύριο άρθρο διατυπώνεται η άποψη ότι «τα αριθμητικά στοιχεία συνεχίζουν να μην επαληθεύονται, καθώς δεν συμβαδίζουν με την πολιτική και με την οικονομία.
Καταλήγοντας, τονίζεται στο άρθρο ότι «η τρόικα, βεβαίως, εύλογα αμφιβάλλει για την αφοσίωση της ελληνικής κυβέρνησης στις μεταρρυθμίσεις. Πολλές από τις αλλαγές που ζητά η τρόικα, όπως η κατάργηση των νόμων για την προστασία των επαγγελμάτων, για την στρέβλωση των τιμών και για την απόλυση μη παραγωγικών δημοσίων υπαλλήλων, θα ήταν ωφέλιμες για τη χώρα. Παρ' όλα αυτά η απαιτούμενη εμπιστοσύνη των πολιτών για τη διενέργεια των μεταρρυθμίσεων έχει εξαντληθεί από καιρό. Η ρητή διαγραφή χρέους, ακόμη και τώρα, θα συνέβαλε στην ανάκτηση αυτής της εμπιστοσύνης. Οι επενδυτές δεν ανησυχούν, προς το παρόν, για μια ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, κατά συνέπεια η πίεση για μια νέα προσέγγιση δεν είναι έντονη. Αυτό είναι ατυχές κατά κάποιο τρόπο. Η Ελλάδα συνεχίζει να χρειάζεται την απομείωση του χρέους της και η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται να δείξει ότι έχει λάβει τα διδάγματα από τα λάθη της».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
_____________
*από το: http://www.newsit.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου